Διονύσης Τεμπονέρας: Η απεργία στα ΜΜΜ και ο νόμος Χατζηδάκη

Ο παραλογισμός τελικά, έγκειται στο γεγονός ότι, το δικαίωμα της απεργίας σε κάθε ΔΕΚΟ, δεν μπορεί να ασκηθεί και θα είναι μόνιμα παράνομο, αν δεν εφαρμοστεί ένας νόμος, που η ίδια η κυβέρνηση, ισχυρίζεται ότι, είναι ανεφάρμοστος!

Η απεργία στα ΜΜΜ, την περασμένη Τετάρτη, δεν ήταν απλά, άλλη μια απεργιακή κινητοποίηση. Όσα συνέβησαν κατά την διάρκειά της και κυρίως, η δικαστική έκβαση της υπόθεσης, πρέπει να απασχολήσουν έντονα, τους εργαζόμενους, τα συνδικάτα, τα κόμματα που αυτοπροσδιορίζονται στον προοδευτικό χώρο, αλλά και όλη, την υπόλοιπη κοινωνία.

Το ιστορικό της κινητοποίησης είναι σύντομο: Η κυβέρνηση καταθέτει νομοσχέδιο προς ψήφιση στη βουλή, μέσω του Υπουργείου Οικονομικών, το οποίο ιδιωτικοποιεί κρίσιμες υποδομές του ευρύτερου δημοσίου τομέα. Με τις διατάξεις του νομοσχεδίου, προκύπτει ότι, επηρεάζεται το εργασιακό καθεστώς των νεοπροσλαμβανομένων, στις πρώην ΔΕΚΟ, θεσπίζεται προβληματική διαδικασία προσλήψεων εκτός ΑΣΕΠ, χορηγούνται παχυλά bonus σε διευθυντικά στελέχη, διατηρείται το προβληματικό καθεστώς σύναψης ΣΣΕ, μόνο για μη μισθολογικά ζητήματα κλπ. Το Εργατικό Κέντρο Αθήνας και τα πρωτοβάθμια συνδικάτα, προχωρούν σε 24ωρη απεργία.

Οι εταιρίες που δραστηριοποιούνται στο χώρο των συγκοινωνιών, προσφεύγουν κατά της απεργίας στα δικαστήρια και τελικά η απεργία, χαρακτηρίζεται παράνομη, την επόμενη μέρα της διεξαγωγής της.

Το πιο σημαντικό στην υπόθεση, πέρα από τα δίκαια αιτήματα των εργαζομένων, που σημειωτέον δεν προέβαλλαν μόνο τα εργασιακά και οικονομικά τους συμφέροντα, αλλά κινητοποιήθηκαν εν ονόματι, όλων των εργαζομένων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, που θίγονται από το εν λόγω νομοσχέδιο, είναι το νομικό οπλοστάσιο, που ξεδίπλωσαν οι εταιρίες, για να πετύχουν (όπως και κατάφεραν τελικά) να χαρακτηριστεί η απεργία, παράνομη και καταχρηστική.

Οι εταιρίες, όπως είχαν κάθε νόμιμο δικαίωμα, αξιοποίησαν πλείστες από τις διατάξεις του «νόμου Χατζηδάκη» (βλ. ν.4808/2021 περί προσωπικού ασφαλείας – προσωπικού ελάχιστης εγγυημένης υπηρεσίας– περί υποχρέωσης δημόσιου διαλόγου και άλλες απίθανες γραφειοκρατικές διατυπώσεις, που προβλέπει ο νόμος) για να κηρύξουν παράνομη και καταχρηστική, την απεργιακή κινητοποίηση.

Κυρίως όμως έχει μια σημασία, να σταθούμε σε ένα συγκεκριμένο ισχυρισμό των εταιριών, που έχει ιδιαίτερη αξία:

Με βάση το «νόμο Χατζηδάκη», πέραν από το Προσωπικό Ασφαλείας, που προβλέπεται σε επιχειρήσεις κοινωνικού ενδιαφέροντος, προβλέπεται και η ύπαρξη Προσωπικού Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας. Σύμφωνα με το νόμο, το 1/3 του παρεχόμενου έργου κατά την διάρκεια της απεργίας, θα πρέπει να εκτελείται κανονικά. Έτσι, ο νόμος ορίζει ότι, το 1/3 των συρμών, για παράδειγμα, του μετρό, θα πρέπει να εκτελεί δρομολόγια και κατά την διάρκεια της απεργίας. Πράγματι, οι εταιρίες στις σταθερές συγκοινωνίες, ήρθαν σε συνεννόηση με τα συνδικάτα, για να οριστεί το προσωπικό υπηρεσίας, δεν συμφώνησαν και κατέφυγαν, πριν από μερικούς μήνες, στον ΟΜΕΔ(Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας). Ο μεσολαβητής κατέθεσε μια πρόταση, όμως τα συνδικάτα αλλά και η διοίκηση, δεν τόλμησαν να συμφωνήσουν, καθώς προκύπτουν ζητήματα ασφαλείας, αν λειτουργήσουν οι συρμοί με το 1/3 του προσωπικού. Ποιος τολμά να πάρει την ευθύνη και να θέσει σε κίνδυνο ανθρώπινες ζωές και πως αυτό άλλωστε μπορεί να είναι υποχρέωση ενός συνδικάτου και όχι του εργοδότη ή του κράτους;

Περισσότερη σημασία όμως, έχει στην συγκεκριμένη περίπτωση, η συνέντευξη την επομένη της απεργίας, του εποπτεύοντος υπουργού κ. Καραμανλή, σε τηλεοπτικό σταθμό για το ζήτημα αυτό. Χαρακτηριστικά, ως προς το προσωπικό ελάχιστης εγγυημένης υπηρεσίας, ο Υπουργός Υποδομών και Μεταφορών, δηλώνει: «Ο νόμος(Χατζηδάκη) έχει ψηφιστεί, αλλά δεν εφαρμόζεται, γιατί έχει ατέλειες και πρέπει να τον δούνε, τα συναρμόδια υπουργεία…».

Και εδώ είναι το εξωφρενικό της υπόθεσης. Οι διοικήσεις των ΔΕΚΟ, έρχονται στα δικαστήρια και χαρακτηρίζουν παράνομη μια απεργία, για κάτι, που είναι τεχνικά και ουσιαστικά, ανεφάρμοστο, όχι με ευθύνη των συνδικάτων.

Το ζήτημα βεβαίως, δεν είναι πως θα εφαρμοστεί τεχνικά και στην πράξη το συγκεκριμένο νομοθέτημα, αλλά αναδεικνύεται η αντίληψη, η φιλοσοφία και η στόχευση του «νόμου Χατζηδάκη». Να γίνει «κεφαλοκλέιδωμα» στα συνδικάτα, να πνιγεί το δικαίωμα της απεργίας και κάθε εστία κοινωνικής διαμαρτυρίας, με κάθε κόστος, ακόμα και αν οι διατάξεις αντιβαίνουν την κοινή λογική.

Ο παραλογισμός τελικά, έγκειται στο γεγονός ότι, το δικαίωμα της απεργίας σε κάθε ΔΕΚΟ, δεν μπορεί να ασκηθεί και θα είναι μόνιμα παράνομο, αν δεν εφαρμοστεί ένας νόμος, που η ίδια η κυβέρνηση, ισχυρίζεται ότι, είναι ανεφάρμοστος! Έτσι όμως παραβιάζεται ξεκάθαρα το άρθρο 23 του Συντάγματος, αφού ακόμα και αν τα συνδικάτα κάνουν ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατό, για να απεργήσουν «νομότυπα», το οποιοδήποτε δικαστήριο, δύναται να χαρακτηρίσει την απεργία παράνομη.

Το ίδιο το Σύνταγμα άλλωστε ορίζει ότι, οι περιορισμοί του δικαιώματος «δεν μπορούν να φθάνουν έως την κατάργηση του δικαιώματος της απεργίας ή την παρεμπόδιση της νόμιμης άσκησής του».

Το συμπέρασμα από την διαδικασία, είναι αυτό που είχε διατυπωθεί και κατά την συζήτηση του νόμου 4808/2021 πέρσι στη βουλή, όταν δικαίως οι εργαζόμενοι, φωνάζανε ότι ο νόμος αυτός, δεν συμβαδίζει με την συνδικαλιστική ελευθερία.

Όσο (κυρίως, αλλά όχι μόνο) ο «νόμος Χατζηδάκη» είναι σε ισχύ, το άρθρο 23 του Συντάγματος, το δικαίωμα της απεργίας, το «πιο κακοποιημένο δικαίωμα», δεν ασκείται ελεύθερα στη χώρα.

Από τα στοιχεία που διαθέτουν τα συνδικάτα, προκύπτει ότι μετά την εφαρμογή του «νόμου Χατζηδάκη» το 95% των απεργιών, κρίνονται παράνομες στα δικαστήρια και μόνο ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις υπάρχουν, από δικαστές, που πραγματικά σέβονται το πνεύμα του Συντάγματος.

Άλλωστε, η άσκηση του δικαιώματος απεργίας όπως και κάθε άλλου συνταγματικώς κατοχυρωμένου δικαιώματος, περιέχει ένα πεδίο ελεύθερης δράσης, για το οποίο υπάρχει τεκμήριο νομιμότητας.

Συμπερασματικά, η αποκατάσταση του δικαιώματος της απεργίας είναι επιβεβλημένη. Όσοι νομίζουν ότι τα ανωτέρω δεν τους αφορούν, όσοι πείθονται ακόμα για «ρετιρέ» και «εργατοπατέρες», όσοι «ταλαιπωρούνται στο κέντρο», να θυμούνται πως αν τώρα σιωπήσουν, αύριο ίσως να είναι οι επόμενοι που θα θελήσουν να διαμαρτυρηθούν.

Και τότε, τέτοια δυνατότητα δεν θα υπάρχει…

(Ο Διονύσης Τεμπονέρας είναι Δικηγόρος – Εργατολόγος)

πηγή: https://www.ieidiseis.gr/